reducción
Spanish > Greek
ἀφαίρεσις, ἀντεπιστροφή, ἀπόθεσις, ἔμβλησις, ἐμβολή, ἀποκοπή, ἀνταναίρεσις, ἔμπτωσις, ἀναπομπή, ἔλλειψις, ἀποστένωσις, ἀναπιεσμός, ἐλάσσωμα, ἀναγωγή, ἀνάλυσις, ἀφαίρεμα, ἐλάσσωσις, διαπήρωσις, ἐλασσωτικός, ἀπαγωγή, ἀνάσταλσις, ἀρθρεμβολία, ἀρθρεμβόλησις, ἀνάθλιψις