Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αλογοουρά

From LSJ
Revision as of 06:22, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (3)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Καλὸν τὸ νικᾶν ἀλλ' ὑπερνικᾶν κακόν → Vincere bonum est: ultra fas vincere lubricum → Schön ist zu siegen, übermäßig siegen schlecht

Menander, Monostichoi, 299

Greek Monolingual

και αλογονουρά και αλογουρά, η
1. ουρά αλόγου
2. ονομασία που δίνεται σε διάφορα αγριόχορτα
3. είδος γυναικείου χτενίσματος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άλογο + ουρά. Ο τ. αλογονουρά < άλογο + νουρά].