Σοφία δὲ πλούτου κτῆμα τιμιώτερον → Pretiosior res opipus est sapientia → Die Weisheit ist mehr wert als Säcke voller Geld
και διαμετράω (Α διαμετρῶ, -έω) μετρώ
1. μετρώ κάτι από το ένα μέχρι το άλλο άκρο του
2. βρίσκω την τιμή της διαμέτρου
3. υπολογίζω, κρίνω
4. ελέγχω με διαμετρητήρα
αρχ.
1. διαμοιράζω
2. χορηγώ σιτηρέσιο
3. αστρον. βρίσκομαι στο αντίθετο σημείο
4. μέσ. διαμετροῡμαι
παίρνω ως μερίδιο μου.