ἡ φιλία περιχορεύει τὴν οἰκουμένην → friendship runs all over the earth
ἐξέρπω (Α) έρπω1. σέρνομαι έξω («ἐκ τοῡ σκίμποδος δάκνουσί μ' ἐξέρποντες οἱ Κορίνθιοι»)2. πηγαίνω έξω3. προχωρώ μπροστά4. απέρχομαι5. παράγω, γεννώ.