ζέσιν τοῦ περὶ καρδίαν αἵματος καὶ θερμοῦ → surging of the blood and heat round the heart
(AM ἀνασκάπτω)1. σκάβω εκ νέου, σκάβω σε βάθος2. ξεριζώνω, ξεχώνω3. (στη γλώσσα της Αρχαιολογίας) σκάβω αναζητώντας ευρήματα4. κατεδαφίζω, καταστρέφω ολοκληρωτικά.