αντιθάλαμος
From LSJ
Γυνὴ γὰρ οἴκῳ πῆμα καὶ σωτηρία → Mulier familiae pestis est, mulier salus → Bane and salvation to a house is woman → Die Frau ist nämlich Leid und Rettung für das Haus
Greek Monolingual
ο
προθάλαμος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αντι- + θάλαμος. Η λ. μαρτυρείται από το 1849 στον Θ. Παπάζογλου ως απόδοση του γαλλικού anti-chambre).