Ἰατρὸς ἀδόλεσχος ἐπὶ τῇ νόσῳ νόσος → Medicus loquax, secundus aegro morbus est → Ein Arzt, der schwätzt, verdoppelt nur der Krankheit Last
-ή, -ό (AM ἀπατηλός, -ή, -όν)1. πανούργος, δόλιος, ψεύτικος2. σφαλερός, λανθασμένος.