Δέσποινα γὰρ γέροντι νυμφίῳ γυνή → Mulier fit domina sponso, simulac senuerit → Die Frau beherrscht, sobald er alt, den Bräutigam
(AM ἐξονυχίζω)
εξετάζω κάτι με ακρίβεια και προσοχή, λεπτολογώ
νεοελλ.
(για υποζύγια) κόβω τα νύχια για να τοποθετήσω πέταλα
αρχ.
αφαιρώ τα αγκάθια (από τα ρόδα).
[ΕΤΥΜΟΛ. < εξ + ονυχίζω «εξετάζω με λεπτομέρεια (< όνυξ)].