ἡλιώδης

From LSJ
Revision as of 07:16, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (16)

ἑὰν δὲ προσποιούμενος ᾗ τὰ μαθήματά πως ἀπείρως προβάλλων, οὐκ ἔστιν αἰτίας ἔξω → But should one profess knowledge as he puts forward something in an inexperienced way, he is not without blame (Pappus 3.1.30.31f.)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἡλῐώδης Medium diacritics: ἡλιώδης Low diacritics: ηλιώδης Capitals: ΗΛΙΩΔΗΣ
Transliteration A: hēliṓdēs Transliteration B: hēliōdēs Transliteration C: iliodis Beta Code: h(liw/dhs

English (LSJ)

ες,

   A = ἡλιοειδής, εἴδωλον Chaerem.14.14; μῆλα Philostr. Im.1.6; κόμη Anon. ap. Eust.432.26.

German (Pape)

[Seite 1163] ες, = ἡλιοειδής, κόμη, Eust.

Greek (Liddell-Scott)

ἡλιώδης: -ες, = ἡλιοειδής, Χαιρήμ. παρ’ Ἀθην. 608C.

Greek Monolingual

ἡλιώδης, -ες (Α)
αυτός που μοιάζει με τον ήλιο, ο ηλιοειδής («μῆλα ἡλιώδη, Φιλόστρ.).
επίρρ...
ἡλιωδῶς (Μ)
κατά την ομοιότητα του ήλιου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ηλι(ο)- + κατάλ. -ωδης (πρβλ. ακανθ-ώδης, κυματ-ώδης)].