κάλαντα
From LSJ
Ἐχθροῦ παρ' ἀνδρὸς οὐδέν ἐστι χρήσιμον → Inimicus homo nil umquam praestat utile → Von einem Feind kommt niemals etwas Nützliches
Greek Monolingual
και κάλανδα, τα (Μ κάλαντα)
νεοελλ.
ευχετήρια και εγκωμιαστικά εορταστικά άσματα που τραγουδιούνται, συνήθως από παιδιά, κατά τις παραμονές τών Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και τών Θεοφανείων
μσν.
φρ. «ἔχω κάλαντα» — έχω κάθε μέρα γιορτή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καλάνδαι < λατ. calendae (dies) (< θ. cal- που απαντά στο λατ. ρ. calo, -are «καλώ, φωνάζω», πρβλ. καλώ) «η πρωτομηνιά» στο ρωμαϊκό ημερολόγιο, κατά την οποία γινόταν γιορτή. Την παλιότερη γνωστή μαρτυρία για το έθιμο τών καλάντων δίνει ο Ιω. Τζέτζης (Χιλιάδες) τον 12ο αιώνα].