κρείσσων γὰρ ἦσθα μηκέτ' ὢν ἢ ζῶν τυφλός → thou wert better not alive, than living blind | you were better not alive, than living blind
το (Μ κορμάκιν) κορμί(θωπευτικά) μικρό κορμί, σωματάκινεοελλ.εφαρμοστό ρούχο γυμναστικής ή μπαλέτου.