ἡ κέρκος τῇ ἀλώπεκι μαρτυρεῖ → you can tell a fox by its tail, small traits give the clue to the character of a person
λεκές
1. κάνω λεκέ, ρυπαίνω, λερώνω («μόλις το 'βαλες το λέκιασες το πουκάμισο»)
2. κηλιδώνομαι, λερώνομαι
3. μτφ. προσβάλλω την υπόληψη κάποιου.