κρείσσων γὰρ ἦσθα μηκέτ' ὢν ἢ ζῶν τυφλός → thou wert better not alive, than living blind | you were better not alive, than living blind
το
1. σιτευτό αρνί που τρέφεται στο σπίτι και προορίζεται για σφαγή, θρεφτάρι
2. θωπευτική προσφώνηση.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. < ἀμνάριον με επίδραση του μάννα.