μυθομανία
From LSJ
ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται → the word of God will not be dishonoured, the word of God will not be dishonored
ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται → the word of God will not be dishonoured, the word of God will not be dishonored
η
ιατρ. ιδιοσυγκρασιακή τάση για πλάσιμο ψευδών και μυθευμάτων, της οποίας διακρίνονται, σύμφωνα με τον αρχικό ορισμό της, τρεις τύποι, η ματαιόδοξη, η κακεντρεχής και η διεστραμμένη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια, λ., πρβλ. γαλλ. mythomanie (< μύθος + -μανία < -μανής < μαίνομαι)].