μυόπλασμα
From LSJ
αἰτήσεις ἀκοὐεις σῶν ἱκετῶν· ταχἐως συνδραμεῖς ἀναπαὐων εὐεργετῶν· ἰάματα παρἐχεις, Ἱερἀρχα, τῇ πρὀς Θεὀν παρρησἰᾳ κοσμοὐμενος → You hear the prayers of your suppliants; quickly you come to their assistance, bringing relief and benefits; you provide the remedies, Archbishop, since you are endowed with free access to God.
Greek Monolingual
το
(ιστολ.) πρωτόπλασμα το οποίο περιβάλλει τον πυρήνα τών μυϊκών κυττάρων ή ινών, αλλ. σαρκόπλασμα.