περηφάνια

From LSJ
Revision as of 12:16, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (32)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

πατρὶς γάρ ἐστι πᾶσ' ἵν' ἂν πράττῃ τις εὖ → homeland is where life is good | homeland is where it is good | ubi bene, ibi patria

Source

Greek Monolingual

η, ΝΜ περήφανος
η υπερηφάνεια, η ιδιότητα ή η εκδήλωση του περήφανου, ηθική στάση που απορρέει από την πίστη και την αγάπη στον εαυτό μας ή σε κάτι που έχει σχέση με αυτόν και εκδηλώνεται ως αξιοπρέπεια και υψηλοφροσύνη ή, όταν είναι υπερβολική, ως σύμπλεγμα ανωτερότητας, ως αλαζονεία και έπαρση.