πλάστιγγα
From LSJ
ἐν δὲ δικαιοσύνῃ συλλήβδην πᾶσ' ἀρετὴ ἔνι → in justice is all virtue found in sum, in justice is every virtue there is, in justice every virtue is brought together, justice contains in itself all the virtues
Greek Monolingual
η / πλάστιγξ, -ιγγος, ΝΜΑ, ιων. τ. πλήστιγξ Α
ο καθένας από τους δίσκους του ζυγού, της ζυγαριάς
νεοελλ.
1. είδος ζυγού μεγάλων διαστάσεων κατάλληλου για το ζύγισμα βαρέων σωμάτων
2. φρ. «η πλάστιγγα κλίνει» ή «η πλάστιγγα γέρνει» — λέγεται στις περιπτώσεις που ένα άτομο ή ένα σύνολο αποκτά υπεροχή έναντι άλλου.