σταθηρός

From LSJ
Revision as of 12:31, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (38)

καὶ λέγων ὅτι Πεπλήρωται ὁ καιρὸς καὶ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ· μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ → declaring “The time has been accomplished and the kingdom of God is near: start repenting and believing in the gospel!” (Μark 1:15)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στᾰθηρός Medium diacritics: σταθηρός Low diacritics: σταθηρός Capitals: ΣΤΑΘΗΡΟΣ
Transliteration A: stathērós Transliteration B: stathēros Transliteration C: stathiros Beta Code: staqhro/s

English (LSJ)

στᾰθηρότης, late forms of σταθερός, σταθερότης, the former in Ph.1.244, Iamb.Comm.Math.34 (Adv.

   A -ρῶς Mich.in EN 592.24), the latter in Eustr.in EN98.33.

German (Pape)

[Seite 927] = σταθερός, E. M; μεσημβρίας σταθηρᾶς Alciphr. 3, 12, u. sonst, auch als v. l.

Greek (Liddell-Scott)

στᾰθηρός: σταθηρότης, μεταγενέστ. τύποι τῶν σταθερός, σταθερότης, S häf. εἰς Διον. Ἁλ. π. π. Συνθ. σ. 338.

Greek Monolingual

-ά, -όν, Α
βλ. σταθερός.