Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

σύγκραση

From LSJ
Revision as of 12:36, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (39)

Cras amet qui numquam amavit quique amavit cras amet → May he love tomorrow who has never loved before; And may he who has loved, love tomorrow as well.

Pervigilium Veneris

Greek Monolingual

η / σύγκρασις -άσεως ΝΑ, και ιων. τ. σύγκρησις, -ήσεως, Α συγκεράννυμι
1. η ενέργεια του συγκεράννυμι, σύμμιξη, ανάμιξη
2. εκκλ. η ένωση με τον θεό
αρχ.
1. σύνθεση («οὐ θνητός, οὐδ' ἀθάνατος, ἀλλ' ἔχων τινὰ σύγκρασιν», Άλεξ.)
2. αστρον. ο συνδυασμός τών επιδράσεων τών ουράνιων σωμάτων
3. φρ. α) «ὁ καιρὸς τῆς συγκράσεως» — η στιγμή κατά την οποία το έδεσμα δεν είναι ούτε πολύ θερμό ούτε πολύ ψυχρό (Αλεξ.)
β) «ἡ σύγκρασις τοῡ ἔτους» — εποχή, κλίμα του έτους (Διοσκ.)
γ) «ἡ εἰς τοὺς ὀλίγους καὶ τοὺς πολλοὺς σύγκρασις» — κράμα ολιγαρχίας και δημοκρατίας (Θουκ.).

Greek Monolingual

η / σύγκρασις -άσεως ΝΑ, και ιων. τ. σύγκρησις, -ήσεως, Α συγκεράννυμι
1. η ενέργεια του συγκεράννυμι, σύμμιξη, ανάμιξη
2. εκκλ. η ένωση με τον θεό
αρχ.
1. σύνθεση («οὐ θνητός, οὐδ' ἀθάνατος, ἀλλ' ἔχων τινὰ σύγκρασιν», Άλεξ.)
2. αστρον. ο συνδυασμός τών επιδράσεων τών ουράνιων σωμάτων
3. φρ. α) «ὁ καιρὸς τῆς συγκράσεως» — η στιγμή κατά την οποία το έδεσμα δεν είναι ούτε πολύ θερμό ούτε πολύ ψυχρό (Αλεξ.)
β) «ἡ σύγκρασις τοῡ ἔτους» — εποχή, κλίμα του έτους (Διοσκ.)
γ) «ἡ εἰς τοὺς ὀλίγους καὶ τοὺς πολλοὺς σύγκρασις» — κράμα ολιγαρχίας και δημοκρατίας (Θουκ.).