Τύχη

From LSJ
Revision as of 12:52, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (42)

ἐγγυητής τοῦ ἀργυρίου ἀξιόχρεωςtrustworthy guarantor for the money

Source

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
la Fortune, déesse du bonheur.
Étymologie: τύχη.

Greek Monolingual

η, ΝΜΑ
μυθ. θεά-προσωποποίηση της σύμπτωσης και της ευτυχούς συγκυρίας, που αναφέρεται ως θυγατέρα του Ωκεανού ή του Νηρέως ή του Ελευθερίου Διός ή του Προμηθέως ή του Ευβουλέως και είχε ως σύμβολο το κέρας της Αμάλθειας και τον μικρό Πλούτο, ενώ αργότερα θεωρήθηκε ως μεσολαβητής μεταξύ θεών και ανθρώπων, ως αγαθός ενδιάμεσος δαίμων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. τύχη.