τηλεόραση

From LSJ
Revision as of 12:57, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (41)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ὁ δ' ἀνεξέταστος βίος οὐ βιωτὸς ἀνθρώπῳ → The unexamined life is not worth living

Plato, Apology of Socrates 38a

Greek Monolingual

η, Ν
τηλεπ. α) μορφή τηλεπικοινωνίας προοριζόμενη για καλωδιακή ή ραδιοηλεκτρική διαβίβαση εικόνων κινούμενων ή σταθερών σκηνών που μπορούν είτε να αναπαράγονται πάνω σε οθόνη ταυτόχρονα με τη λήψη τους είτε να εγγραφούν σε κατάλληλο μέσο για μεταγενέστερη αναπαραγωγή, αλλ. τηλοψία
β) ειδική συσκευή, δέκτης όπου προβάλλονται οι μεταβιβαζόμενες εικόνες
γ) η υπηρεσία τών τηλεοπτικών προγραμμάτων (α. «ελληνική τηλεόραση» β. «ιδιωτική τηλεόραση»)
δ) τηλεοπτικό πρόγραμμααπόψε θα δω τηλεόραση»).
[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο σύνθ., πρβλ. αγγλ. television < tele- (< τηλε-) + vision «όραμα»].