υγρομετρία

From LSJ
Revision as of 12:59, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (42)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

κακῷ δέ τῳ προσεικάζω τάδε → I think this looks like mischief, these things sound ominous to me, these things sound evil to me, I consider these things ominous, I liken these things to something bad

Source

Greek Monolingual

η, Ν
(μετεωρ.) κλάδος της μετεωρολογίας ο οποίος έχει ως αντικείμενο τη μέτρηση της υγρασίας του ατμοσφαιρικού αέρα, αλλ. υγροσκοπία.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. hygrometry (< υγρός + -μετρία). Η λ. μαρτυρείται από το 1861 στον Β. Λάκωνα].