προσφευκτέον

From LSJ
Revision as of 20:44, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (6)

οὕτως ἔσονται οἱ ἔσχατοι πρῶτοι καὶ οἱ πρῶτοι ἔσχατοι· πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί → so the last shall be first and the first last for many be called but few chosen

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προσφευκτέον Medium diacritics: προσφευκτέον Low diacritics: προσφευκτέον Capitals: ΠΡΟΣΦΕΥΚΤΕΟΝ
Transliteration A: prospheuktéon Transliteration B: prospheukteon Transliteration C: prosfefkteon Beta Code: prosfeukte/on

English (LSJ)

   A one must be liable to a prosecution besides, D.37.38 (or divisim).

Greek (Liddell-Scott)

προσφευκτέον: ῥηματ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ εἶναι ὑποκείμενος εἰς καταδίωξιν προσέτι, Δημ. 977. 27.

Greek Monotonic

προσφευκτέον: ρημ. επίθ., αυτός που πρέπει κάποιος να του ασκήσει επιπλέον δίωξη, σε Δημ.