ξενοδοχία
From LSJ
κάλλιστον ἐφόδιον τῷ γήρᾳ ἡ παιδεία (Aristotle, quoted by Diogenes Laertius 5.21) → the finest provision for old age is education
English (LSJ)
ἡ,
A entertainment of a stranger, X.Oec.9.10 (pl.), Thphr.Char.23.9 (pl.).
German (Pape)
[Seite 277] ἡ, das Aufnehmen, Bewirthen von Fremden od. Gästen, Xen. Oec. 9, 10 u. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ξενοδοχία: ἡ, ἡ περιποίησις ξένου, Ξεν. Οἰκ. 9. 10, Θεοφρ. Χαρακτ. 23· - ἀλλὰ διορθωτέον ξενοδοκία, ἴδε ξενοδόχος.
Greek Monolingual
ξενοδοχία, ἡ (Α) ξενοδόχος
περιποίηση ξένου, φιλοξενία.
Greek Monotonic
ξενοδοχία: ἡ, φροντίδα, περιποίηση ξένων, σε Ξεν.