οἰωνιστήριον

From LSJ
Revision as of 06:32, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (3b)

λύχνον μεθ᾿ ἡμέραν ἅψας περιῄει λέγων “ἄνθρωπον ζητῶ” → He lit a lamp in broad daylight and said, as he went about, “I am looking for a human

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: οἰωνιστήριον Medium diacritics: οἰωνιστήριον Low diacritics: οιωνιστήριον Capitals: ΟΙΩΝΙΣΤΗΡΙΟΝ
Transliteration A: oiōnistḗrion Transliteration B: oiōnistērion Transliteration C: oionistirion Beta Code: oi)wnisth/rion

English (LSJ)

τό,

   A place for watching the flight of birds, D.H. 1.86.    II omen or token, X.Ap.12.

Greek (Liddell-Scott)

οἰωνιστήριον: τό, τόπος ἐξ οὗ παρετήρουν τὴν πτῆσιν πτηνῶν καὶ ἐμαντεύοντο, Λατ. templum augurale, Διον Ἁλ. 1.86. ΙΙ. οἰωνὸς ἢ σημεῖον, Ξεν. Ἀπολ. 12.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
augure tiré du vol des oiseaux, présage.
Étymologie: οἰωνίζομαι.

Greek Monolingual

οἰωνιστήριον, τὸ (Α)
1. τόπος όπου άκουγαν τις κραυγές και παρακολουθούσαν το πέταγμα τών πουλιών για να προβλέψουν τα μελλούμενα («ἦν δὲ Ῥωμύλῳ μὲν οἰωνιστήριον τὸ Παλλάντιον», Δίον. Αλ.)
2. προφητικό σημάδι, προμήνυμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἰωνίζομαι + επίθηματήριον (πρβλ. σωφρονισ-τήριον)].

Greek Monotonic

οἰωνιστήριον: τό, μέρος απ' όπου οι μάντεις παρακολουθούσαν το πέταγμα των πουλιών για να προμαντεύσουν το μέλλον, σημάδι, προφητική ένδειξη, οιωνός, σε Ξεν.

Russian (Dvoretsky)

οἰωνιστήριον: τό предзнаменование, знамение, примета Xen.