χαρτίον
From LSJ
Κατηγορεῖν οὐκ ἔστι καὶ κρίνειν ὁμοῦ → Iudex et accusator esse idem nequit → Wer anklagt, darf nicht auch noch Richter sein zugleich
English (LSJ)
τό, Dim. of χάρτης, IG42 (1).103.159 (Epid., iv B.C.), LXX Je.43 (36).2, PGrenf.2.38.5 (i B. C.), Plu.2.60a, Gal.7.493, D.L. 7.174, D.C.46.36.
German (Pape)
[Seite 1340] τό, dim. von χάρτης, Plut. ad. et am. discr. 25.
Greek (Liddell-Scott)
χαρτίον: τό, ὑποκορ. τοῦ χάρτης, Πλούτ. 2. 60Α, Διογ. Λαέρτ. 7. 174, Ἑβδ. (Ἱερεμ. ΛϚ΄, 2).
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
dim. de χάρτης.
Spanish
Greek Monolingual
τὸ, ΜΑ
βλ. χαρτί.
Russian (Dvoretsky)
χαρτίον: τό Plut., Diog. L. = χαρτάριον.