покров
From LSJ
ἡ κέρκος τῇ ἀλώπεκι μαρτυρεῖ → you can tell a fox by its tail, small traits give the clue to the character of a person
Russian > Greek
προβολή, σκέπη, σκέπασμα, φάρος, περιβολή, σάγμα, ἐνδυτόν, ἐπικάλυμμα, περίβλημα, ἐπικαλυπτήριον, περικαλυφή, στέγαστρον, καλυπτήρ, πέπλος, ἔκδυμα, περιβόλαιον, κάλυμμα, παρακάλυμμα, καλύπτρα, ῥῆγος, κατασκήνωμα, περικάλυμμα, στεγάνη, ἔλυτρον