ἀναγγελία
From LSJ
English (LSJ)
ἡ,
A proclamation, SIG598.11, OGI332.44 (Elaea).
German (Pape)
[Seite 182] ἡ, Be Kanntmachung, Inscr.
Greek (Liddell-Scott)
ἀναγγελία: ἡ, ἀνακήρυξις, τῶν στεφάνων Συλλ. Ἐπιγρ. 3640. 27, πρβλ. Πολυδ. 8. 139.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
anuncio, proclama, pregón τοῦ στεφάνου IPr.8.51 (IV a.C.), cf. IM 91.11, 53.30 (III/II a.C.), SIG 426.19 (Teos III a.C.), 656.31 (Teos II a.C.), IP 246.44 (II a.C.), IGBulg.12.388bis.40, 391.5, IEryth.76.6-7
•anunciación de la Virgen, Gr.Nyss.Eun.3.1.40.
Greek Monolingual
η (Α ἀναγγελία) ἀναγγέλλω
νεοελλ.
1. ανακοίνωση, γνωστοποίηση
2. αγγελτήριο γράμμα ή έντυπο
αρχ.
δημόσια ανακήρυξη ή προκήρυξη.