μιτροχίτων
From LSJ
καὶ ὑποθέμενος κατὰ τῆς κεφαλῆς φέρειν τὰς πληγάς, ὡς ἐν ἐκείνῃ τοῦ τε κακοῦ τοῦ πρὸς ἀνθρώπους → and having instructed them to bring their blows against the head, seeing that the harm to humans ... (Josephus, Antiquities of the Jews 1.50)
English (LSJ)
[ῐ], ωνος, ὁ, ἡ,
A with girded tunic, Ath.12.523d.
German (Pape)
[Seite 193] ωνος, mit einem Gürtel um das Unterkleid, Ath. XII, 523 c, im Ggstz von ἄζωστος od. ἀμιτροχίτων.
Greek (Liddell-Scott)
μιτροχίτων: [ῐ], -ωνος, ὁ, ἡ, ὁ ἔχων χιτῶνα μετὰ ζώνης ἢ ἐζωσμένον, Ἀθήν. 523D.
Greek Monolingual
μιτροχίτων, -ωνος, ὁ, ἡ (Α)
αυτός που έχει τον χιτώνα ζωσμένο με μίτρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μίτρα (Ι) + -χίτων (< χιτών), πρβλ. κηρο-χίτων, λινο-χίτων].