ἐποποιία

From LSJ
Revision as of 15:14, 1 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

ἀγωνίζεσθαι, ἐπιζητεῖν, εὑρίσκειν καί μή εἴκειν → to strive, to seek, to find, and not to yield (Tennyson, Ulysses)  

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐποποιία Medium diacritics: ἐποποιία Low diacritics: εποποιία Capitals: ΕΠΟΠΟΙΙΑ
Transliteration A: epopoiía Transliteration B: epopoiia Transliteration C: epopoiia Beta Code: e)popoii/a

English (LSJ)

Ep. ἐποποιίη, ἡ,

   A epic poetry or an epic poem, Hdt.2.116, Arist. Po.1459b8, etc.    II divination by means of Homeric verses, PMag. Berol.1.328.

Spanish

adivinación por medio de versos épicos

Greek Monolingual

η (AM ἐποποιία, Α και ἐποποιίη)
1. η σύνθεση επικού ποιήματος
2. η επική ποίηση, το έπος («τὰ εἴδη ταυτὰ δεῑ ἔχειν τὴν ἐποποιίαν τῇ τραγῳδίᾳ», Αριστοτ.)
νεοελλ.
σειρά κατορθωμάτων ή ηρωικών πράξεων τα οποία θα άξιζε να υμνηθούν με τη σύνθεση έπους
αρχ.
χρησμός διατυπωμένος σε δακτυλικό εξάμετρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εποποιός. Όπως η αρχική σημασία της λ. έπος «διήγηση» εξελίχθηκε σε «ηρωική πράξη, κατόρθωμα» λόγω του περιεχομένου τών ποιητικών διηγήσεων του επικού κύκλου, έτσι και η σημ. της λ. εποποιία εξελίχθηκε στη σημ. «ηρωική πράξη» (ακριβέστερα «σειρά ηρωικών πράξεων»)].

Middle Liddell

ἐποποιΐα, ἡ,
epic poetry or an epic poem, Hdt. [from ἐποποιός