Ἑλλησποντιακός
τούτων γάρ ἑκάτερον κοινῷ ὀνόματι προσαγορεύεται ζῷον, καί ὁ λόγος δέ τῆς οὐσίας ὁ αὐτός → and these are univocally so named, inasmuch as not only the name, but also the definition, is the same in both cases (Aristotle, Categoriae 1a8-10)
English (LSJ)
ή, όν,
A of the Hellespont, X.An.1.1.9, etc.:— also Ἑλλησ-πόντιος, α, ον, Hdt.7.95, X.HG3.4.11.
Greek (Liddell-Scott)
Ἑλλησποντιακός: -ή, -όν, τοῦ Ἑλλησπόντου, αἱ Ἑλλησποντικαὶ πόλεις Ξεν. Ἀν. 1. 1, 9, κτλ.· - οὕτως, Ἑλλησπόντιος, α, ον, Ἡρόδ. 7. 95, ἐξ Ἑλλησπόντου, Ξεν. Ἑλλ. 3. 4, 11· - οὐσ. Ἑλλησποντία, ἡ, ἡ περὶ τὸν Ἑλλήσποντον χώρα, Στέφ. Βυζάντ. ἐν λ.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
c. Ἑλλησπόντιος.
Spanish (DGE)
-ή, -όν
helespóntico, del Helesponto ref. a las tierras en torno al Helesponto πόλις X.An.1.1.9, κλίμα Ach.Tat.Intr.Arat.35.1, Ἑλλησποντιακὴ Φρυγία Frigia helespóntica otro n. de Frigia Epicteto, Str.12.4.1, Ἑλλησποντιακὴ Μυσία Misia helespóntica la parte noroccidental de la Misia minorasiática, Gal.10.833, Ἑλλησποντιακὴ περίοδος tít. de una obra de Menécrates, Str.12.3.22.
Greek Monotonic
Ἑλλησποντιακός: -ή, -όν, αυτός που αναφέρεται στον Ελλήσποντο, σε Ξεν.· ομοίως και Ἑλλησπόντιος, -α, -ον, σε Ηρόδ., Ξεν.
Russian (Dvoretsky)
Ἑλλησποντιακός: геллеспонтский (πόλεις Xen.).
Middle Liddell
Ἑλλησποντιακός, ή, όν
of the Hellespont, Xen., Ἑλλησπόντιος, η, ον, Hdt., Xen.