ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν μοι οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ ἀλλ' ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς → I am the light of the world; he that followeth me shall not walk in darkness but shall have the light of life (John 8:12)
Full diacritics: ὀρθόλοξος | Medium diacritics: ὀρθόλοξος | Low diacritics: ορθόλοξος | Capitals: ΟΡΘΟΛΟΞΟΣ |
Transliteration A: orthóloxos | Transliteration B: ortholoxos | Transliteration C: ortholoksos | Beta Code: o)rqo/locos |
ον, of a spiral bandage,
A criss-cross, Asclep. ap. Erot. s.v. σκέπαρνος.
ὀρθόλοξος: -ον, ὀρθὸς καὶ λοξός, Ἐρωτιαν. 334.
ὀρθόλοξος, -ον (Α)
(για επίδεσμο) ορθός και λοξός, αυτός που έχει δεθεί σταυρωτά.