πολυπρηγμονέω
From LSJ
πολλὰ μεταξὺ πέλει κύλικος καὶ χείλεος ἄκρου → there is many a slip twixt cup and lip, there's many a slip twixt cup and lip, there's many a slip 'twixt cup and lip, there's many a slip twixt the cup and the lip, there's many a slip 'twixt the cup and the lip
English (LSJ)
Ion. for πολυπραγμονέω.
German (Pape)
[Seite 670] ion. = πολυπραγμονέω.
Greek (Liddell-Scott)
πολυπρηγμονέω: Ἰων. ἀντὶ πολυπραγμονέω.
French (Bailly abrégé)
ion. c. πολυπραγμονέω.
Greek Monotonic
πολυπρηγμονέω: Ιων. αντί πολυπραγμονέω.
Russian (Dvoretsky)
πολυπρηγμονέω: ион. = πολυπραγμονέω.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
πολυπρηγμονέω Ion. voor πολυπραγμονέω.