βουλευτέον

From LSJ
Revision as of 15:01, 10 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Χθὼν πάντα κομίζει καὶ πάλιν κομίζεται → Nam terra donat ac resorbet omnia → Die Erde alles bringt, sich wieder alles nimmt

Menander, Monostichoi, 539
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βουλευτέον Medium diacritics: βουλευτέον Low diacritics: βουλευτέον Capitals: ΒΟΥΛΕΥΤΕΟΝ
Transliteration A: bouleutéon Transliteration B: bouleuteon Transliteration C: voulefteon Beta Code: bouleute/on

English (LSJ)

   A one must take counsel, ὅπωςA.Ag.847; τί χρὴ δρᾶν S.El.16; περί τινος Isoc.6.90: pl., βουλευτέα Th.7.60.

Greek (Liddell-Scott)

βουλευτέον: ῥημ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ βουλευθῇ, νὰ σκεφθῇ, Θουκ. 7. 60· ὅπως… Αἰσχύλ. Ἀγ. 847· τί χρὴ δρᾶν Σοφ. Ἠλ. 16.

Spanish (DGE)

hay que considerar o deliberar, hay que decidir τὸ ... καλῶς ἔχον ὅπως χρονίζον εὖ μενεῖ β. A.A.847, τί χρὴ δρᾶν ... β. S.El.16, περὶ ... τῶν αὐτῶν οὐχ ὁμοίως ἅπασιν β. sobre las mismas cosas no han de adoptarse las mismas consideraciones por todos Isoc.6.90, cf. Th.1.72, 6.90, X.Cyr.4.5.24.

Greek Monotonic

βουλευτέον: ρημ. επίθ. του βουλεύω, πρέπει κανείς να συλλογισθεί, να σκεφτεί, σε Αισχύλ., Σοφ., Θουκ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

βουλευτέον, adj. verb. van βουλεύω, er moet overlegd worden.