μελλοδειπνικός

From LSJ
Revision as of 12:20, 11 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

ἐν τῷ ῥά σφι κύκησε γυνὴ εἰκυῖα θεῆισιν οἴνῳ Πραμνείῳ, ἐπὶ δ' αἴγειον κνῆ τυρόν κνήστι χαλκείῃ, ἐπὶ δ' ἄλφιτα λευκὰ πάλυνε. → In it the woman, like the goddesses, mixed Pramnian wine for them, and over it she grated goat cheese with a bronze grater, and sprinkled white barley on it.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μελλοδειπνικός Medium diacritics: μελλοδειπνικός Low diacritics: μελλοδειπνικός Capitals: ΜΕΛΛΟΔΕΙΠΝΙΚΟΣ
Transliteration A: mellodeipnikós Transliteration B: mellodeipnikos Transliteration C: mellodeipnikos Beta Code: mellodeipniko/s

English (LSJ)

ή, όν,    A played or sung at the beginning of dinner, μέλος Ar.Ec.1153.

Greek (Liddell-Scott)

μελλοδειπνικός: ή, ον, ὁ ᾀδόμενος ἐν ἀρχῇ τοῦ δείπνου, ἐπᾴσομαι μέλος τι μελλοδειπνικὸν Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 1153.

Greek Monolingual

μελλοδειπνικός, -ή, -όν (Α)
(για άσμα) αυτό που παίζεται ή τραγουδιέται στην αρχή του δείπνου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλλω + δεῖπνον.

Russian (Dvoretsky)

μελλοδειπνικός: предшествующий трапезе, предобеденный (μέλος Arph.).