σεληνοτρόπιον

From LSJ
Revision as of 22:10, 11 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Έγ', ὦ ταλαίπωρ', αὐτὸς ὧν χρείᾳ πάρει. Τὰ πολλὰ γάρ τοι ῥήματ' ἢ τέρψαντά τι, ἢ δυσχεράναντ', ἢ κατοικτίσαντά πως, παρέσχε φωνὴν τοῖς ἀφωνήτοις τινά –> Wretched brother, tell him what you need. A multitude of words can be pleasurable, burdensome, or they can arouse pity somehow — they give a kind of voice to the voiceless.

Sophocles, Oedipus at Colonus, 1280-4
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σεληνοτρόπιον Medium diacritics: σεληνοτρόπιον Low diacritics: σεληνοτρόπιον Capitals: ΣΕΛΗΝΟΤΡΟΠΙΟΝ
Transliteration A: selēnotrópion Transliteration B: selēnotropion Transliteration C: selinotropion Beta Code: selhnotro/pion

English (LSJ)

τό, name of    A a mystic plant, formed after ἡλιοτρόπιον, Procl.Sacr.p.148 B.

German (Pape)

[Seite 870] τό, Mondwende, eine mystische Pflanze, Proclus, nach ἡλιοτρόπιον gebildet.

Greek (Liddell-Scott)

σεληνοτρόπιον: τό, ὄνομα μυστηριώδους τινὸς φυτοῦ σχηματισθὲν κατὰ τὸ ἡλιοτρόπιον, Πρόκλ.

Greek Monolingual

τὸ, Α
ονομασία φυτού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σελήνη + τρόπος + επίθημα -ιον κατά το ηλιο-τρόπιον].