Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀναμορφωτής

From LSJ
Revision as of 13:05, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Μολὼν λαβέCome and take them

Plutarch, Apophthegmata Laconica 225C12
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀναμορφωτής Medium diacritics: ἀναμορφωτής Low diacritics: αναμορφωτής Capitals: ΑΝΑΜΟΡΦΩΤΗΣ
Transliteration A: anamorphōtḗs Transliteration B: anamorphōtēs Transliteration C: anamorfotis Beta Code: a)namorfwth/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ, Hsch.    A s.v. εἰδοποιός.

Greek (Liddell-Scott)

ἀναμορφωτής: ὁ, ὁ ἀναμορφῶν, καθ’ Ἡσύχ. «εἰδοποιός».

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ que da nueva forma Hsch.s.u. εἰδοποιός.

Greek Monolingual

ο (Α ἀναμορφωτής) (Ν θηλ. -ώτρια)
αυτός που επιφέρει αναμόρφωση, που αναμορφώνει
αρχ.
κατά τον Ησύχιο «ειδοποιός».
[ΕΤΥΜΟΛ. < αναμορφώ. Η λ. μαρτυρείται από το 1886 στον γιατρό και φιλόλογο Περ. Βέγια].