ἀντιβαστάζω
From LSJ
Aeschylus, fr. 317
English (LSJ)
A support, prop, Eust.1933.37.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντιβαστάζω: ὑποστηρίζω, στυλώνω, «δῆλον γὰρ ὡς οἱ ἀντιβαστάζοντές τι καὶ ἀντερείδουσι» Εὐστ. 1933. 37.
Full diacritics: ἀντιβαστάζω | Medium diacritics: ἀντιβαστάζω | Low diacritics: αντιβαστάζω | Capitals: ΑΝΤΙΒΑΣΤΑΖΩ |
Transliteration A: antibastázō | Transliteration B: antibastazō | Transliteration C: antivastazo | Beta Code: a)ntibasta/zw |
A support, prop, Eust.1933.37.
ἀντιβαστάζω: ὑποστηρίζω, στυλώνω, «δῆλον γὰρ ὡς οἱ ἀντιβαστάζοντές τι καὶ ἀντερείδουσι» Εὐστ. 1933. 37.