ὦ θάνατε παιάν, μή μ᾽ ἀτιμάσῃς μολεῖν· μόνος γὰρ εἶ σὺ τῶν ἀνηκέστων κακῶν ἰατρός, ἄλγος δ᾽ οὐδὲν ἅπτεται νεκροῦ. → O death, the healer, reject me not, but come! For thou alone art the mediciner of ills incurable, and no pain layeth hold on the dead.
Full diacritics: κλᾰδών | Medium diacritics: κλαδών | Low diacritics: κλαδών | Capitals: ΚΛΑΔΩΝ |
Transliteration A: kladṓn | Transliteration B: kladōn | Transliteration C: kladon | Beta Code: kladw/n |
όνος, ὁ, A = κλάδος, Hsch. (pl.).
[Seite 1445] όνος, ὁ, = κλάδος, Hesych.
κλᾰδών: -όνος, ὁ, = κλάδος, «κλαδόνες· κλάδοι» Ἡσύχ.
κλαδών, -όνος, ὁ (ΑM κλάδος (Ι)]
(κατά τον Ησύχ.) κλάδος.