νευράς

From LSJ
Revision as of 14:40, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

οὗ δ' ἂν Ἔρως μὴ ἐφάψηται, σκοτεινός → he on whom Love has laid no hold is obscure | he whom Love touches not walks in darkness

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νευράς Medium diacritics: νευράς Low diacritics: νευράς Capitals: ΝΕΥΡΑΣ
Transliteration A: neurás Transliteration B: neuras Transliteration C: nevras Beta Code: neura/s

English (LSJ)

άδος, ἡ, Ion. name for ποτίρριον, Dsc.3.15, Plin.HN27.122. II = δορύκνιον, ib.21.179.

German (Pape)

[Seite 246] άδος, ἡ, eine Pflanze, Diosc.

Greek (Liddell-Scott)

νευράς: -άδος, ἡ, φυτόν τι καλούμενον καὶ ποτήριον, Διοσκ. 3. 17, Πλίν. 27. 7. ΙΙ. ἕτερον φυτὸν καλούμενον μανικόν, Πλίν. 21. 105.

Greek Monolingual

η (Α νευράς, -άδος)
νεοελλ.
ανατ. παλαιά ονομασία του νευρώνα
αρχ.
1. το θαμνώδες φυτό ποτήριο
2. το φυτό δορύκνιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεῦρον + κατάλ. -άς (πρβλ. ιππ-άς, συκ-άς)].