περιχανδής

From LSJ
Revision as of 20:15, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

ζῆν ἀλύπως, ἢ θανεῖν εὐδαιμόνως → Felicis aevum sine malis agere aut mori → Ein Leben ohne Betrübnis oder ein seliger Tod

Menander, Monostichoi, 202
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιχανδής Medium diacritics: περιχανδής Low diacritics: περιχανδής Capitals: ΠΕΡΙΧΑΝΔΗΣ
Transliteration A: perichandḗs Transliteration B: perichandēs Transliteration C: perichandis Beta Code: perixandh/s

English (LSJ)

ές, A capacious, χύτρος Nic.Fr.72.3.

German (Pape)

[Seite 600] ές, viel fassend, χύτρος, Nic. bei Ath. IX, 372 e.

Greek (Liddell-Scott)

περιχανδής: -ές, πολλὰ περιέχων, περιλαμβάνων, Νίκ. παρ’ Ἀθην. 372Ε.

Greek Monolingual

-ες, Α
αυτός που έχει μεγάλη χωρητικότητα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + -χανδής (< χανδάνω «χωρώ, περιλαμβάνω»), πρβλ. ευ-χανδής].