συμμάρτυρος

From LSJ
Revision as of 10:10, 31 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συμμάρτῠρος Medium diacritics: συμμάρτυρος Low diacritics: συμμάρτυρος Capitals: ΣΥΜΜΑΡΤΥΡΟΣ
Transliteration A: symmártyros Transliteration B: symmartyros Transliteration C: symmartyros Beta Code: summa/rturos

English (LSJ)

ον, A configurate, of planets, Man.6.393,441.

German (Pape)

[Seite 980] = συμμάρτυρ, Man. 6, 442.

Greek (Liddell-Scott)

συμμάρτῠρος: -ον, = συμμάρτυς, Μανέθων 6. 393.

Greek Monolingual

-ον, Α
(για πλανήτη) αυτός που έχει σχετική θέση προς κάποιον άλλο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + -μάρτυρος (< μάρτυς, -υρος «[αστρολ.] αυτός που βρίσκεται απέναντι σε κάποιον άλλον»)].

Greek Monolingual

-ον, Α
(για πλανήτη) αυτός που έχει σχετική θέση προς κάποιον άλλο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + -μάρτυρος (< μάρτυς, -υρος «[αστρολ.] αυτός που βρίσκεται απέναντι σε κάποιον άλλον»)].