τρικυλίνδητος

From LSJ
Revision as of 13:19, 31 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

διὰ τῆς σιωπῆς πικρότερον κατηγορεῖ → through silence you accuse yourself more harshly (Menander)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρῐκῠλίνδητος Medium diacritics: τρικυλίνδητος Low diacritics: τρικυλίνδητος Capitals: ΤΡΙΚΥΛΙΝΔΗΤΟΣ
Transliteration A: trikylíndētos Transliteration B: trikylindētos Transliteration C: trikylinditos Beta Code: trikuli/ndhtos

English (LSJ)

ον, A thrice-rolled, gloss on τρικαλίνδητος, EM766.22, Phot.

Greek (Liddell-Scott)

τρῐκῠλίνδητος: -ον, ὁ τρὶς κυλινδηθείς· ὡσαύτως τρικαλίνδητος, Ἐτυμ. Μέγ. 766, 22, ἐν λ.

Greek Monolingual

και τρικαλίνδητος, -ον, Α
αυτός που έχει περιστραφεί τρεις φορές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι- + κυλίνδομαι / κυλινδοῦμαι «κυλιέμαι, περιστρέφομαι, ταλαντεύομαι»].