ἄστιος

From LSJ
Revision as of 00:20, 1 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

Τὰ θνητὰ πάντα μεταβολὰς πολλὰς ἔχει → Mortalium res plurimas capiunt vices → Was sterblich ist, kennt alles viele Umschwünge

Menander, Monostichoi, 489
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἄστιος Medium diacritics: ἄστιος Low diacritics: άστιος Capitals: ΑΣΤΙΟΣ
Transliteration A: ástios Transliteration B: astios Transliteration C: astios Beta Code: a)/stios

English (LSJ)

α, ον, A = ἀστικός, δίκα GDI4976 (Crete), IG5(2).357.26 (Stymphalus, iii B. C.); πεντηκοστὴ ἡ ἀ. ib.11.287A9 (Delos, iii B.C.).

Spanish (DGE)

-α, -ον

• Alolema(s): Ϝάστιος ICr.4.13g-i.2 (VII/VI a.C.)
de la ciudad, celebrado en la ciudad δίκα ICr.l.c., IG 5(2).357.26 (Estínfalo III a.C.), como entidad política πεντηκοστὴ ἡ ἀ. IG 11(2).287A.9 (Delos III a.C.).

Greek Monolingual

ἄστιος, -α, -ον (Α)
αστικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άστυ ή < αστός.
ΣΥΝΘ. αρχ. προάστιος (με περισσότερο συνηθισμένο το ουδ. προάστιον, το οποίο χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό τόσο στην αρχαία όσο και στη νέα Ελληνική)].