κελευσμοσύνη

From LSJ
Revision as of 15:40, 1 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+), (\w+)<\/b>" to "$1, $2")

οὐκ ἔστι λέουσι καὶ ἀνδράσιν ὅρκια πιστά → there are no pacts between lions and men, between lions and men there are no oaths of faith, there can be no covenants between men and lions

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κελευσμοσύνη Medium diacritics: κελευσμοσύνη Low diacritics: κελευσμοσύνη Capitals: ΚΕΛΕΥΣΜΟΣΥΝΗ
Transliteration A: keleusmosýnē Transliteration B: keleusmosynē Transliteration C: kelefsmosyni Beta Code: keleusmosu/nh

English (LSJ)

ἡ, Ion. for κελευσμός, κέλευσμα, Hdt.1.157.

German (Pape)

[Seite 1415] ἡ, ion., dasselbe, Her. 1, 157.

Greek (Liddell-Scott)

κελευσμοσύνη: ἡ, Ἰων. ἀντὶ τοῦ κελευσμός, κέλευσμα, κελευσμοσύνης Λυδοὶ τὴν πᾶσαν δίαιταν τῆς ζόης μετέβαλον Ἡρόδ. 1. 157.

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
ion. c. κελευσμός.

Greek Monolingual

κελευσμοσύνη, ἡ (Α)
ιων. τ. του κέλευσμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. κελευσμός.

Greek Monotonic

κελευσμοσύνη: ἡ, Ιων. αντί κέλευσμα, σε Ηρόδ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κελευσμοσύνη -ης, ἡ [κελεύω] bevel.

Russian (Dvoretsky)

κελευσμοσύνη: (σῠ) ἡ Her. = κέλευσμα 1.

Middle Liddell

κελευσμοσύνη, ἡ, [ionic for κέλευσμα, Hdt.]