δεικανάομαι

From LSJ
Revision as of 10:10, 6 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\wÄäÖöÜüẞß]+)<\/b>" to "$1")

Ἔργοις φιλόπονος ἴσθι, μὴ λόγοις μόνον → Lass Taten sprechen, führ nicht bloß das große Wort - Esto opere, non sermone solo industrius → Sei arbeitsam im Handeln nicht im Reden bloß

Menander, Monostichoi, 177

German (Pape)

[Seite 535] begr üßen, vgl. δειδίσκομαι, δείκνυμι; Homer dreimal, in der Form δεικανόωντο: Iliad. 15, 86 οἱ δὲ ἰδόντες πάντες ἀνήιξαν, καὶ δεικανόωντο δέπασσιν. ἡ δ' ἄλλους μὲν ἔασε, Θέμιστι δὲ καλλιπαρῄῳ δέκτο δέπας , Zenodot schrieb δεικανόωντ' ἐπέεσσι. Scholl. Didym. und Aristonic.; Odyss. 18, 111 τοὶ δ' ἴσαν εἴσω ἡδὺ γελώοντες, καὶ δεικανόωντ' ἐπέεσσιν; 24. 410 παῐδες Δολίου ἀμφ' Ὀδυσῆα δεικανόωντ' ἐπέεσσι καὶ ἐν χείρεσσι φύοντο. Wenn man mit Zenodot Iliad. 15, 86 ἐπέεσσι schreibt, so ist die Verbindung überall δεικανᾶσθαι ἐπέεσσι (ν); daraus erklärt sich wohl Apollon. Lex. Homer. p. 57, 21 δεικανάασθαι· διαλόγου ἀξιοῦσθαι, – Das act. = zeigen Arat. 208; δεικανάασκεν Theocr. 24, 56.

English (Autenrieth)

(δείκνῦμι)=δειδίσκομαι. δεπάεσσιν, ἔπεσσι, Ο , Od. 24.410.

Russian (Dvoretsky)

δεικανάομαι: Hom. = δειδίσκομαι.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

δεικανάομαι [~ δέχομαι] welkom heten.