τριπλασιεφήμισυς
From LSJ
μηδενὶ συμφορὰν ὀνειδίσῃς, κοινὴ γὰρ ἡ τύχη καὶ τὸ μέλλον ἀόρατον → never mock a disaster, fate is common to all and the future unknown
English (LSJ)
υ, 3½ times as great — in Nicom. Ar. 1.22, 23.
Greek Monolingual
-υ, Α
(για αριθμό) τρεις φορές και ένα δεύτερο μεγαλύτερος από άλλον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τριπλάσιος + ἐφήμισυς].