Θάλασσα καὶ πῦρ καὶ γυνὴ τρίτον κακόν → Tria magna mala sunt: aequor, ignis, femina → Das dritte Übel ist nach Meer und Brand die Frau
εὐγήρως, πληθ. εὔγηροι, -ων, εὔγηρα) (Α)
αυτός που περνάει καλά γεράματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + -γηρως (-ος) (< γήρας), πρβλ. αγήρως.