ψιλαγία
From LSJ
Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil
English (LSJ)
ἡ, psilagia, body of 250 light-armed soldiers, Arr.Tact.14.4.
Greek (Liddell-Scott)
ψῑλαγία: ἡ, ἀρχηγία ψιλῶν (εὐζώνων) στρατευμάτων· σῶμα ἐκ 250 ψιλῶν, Ἀρρ. Τακτ. 14. 4.
Greek Monolingual
ἡ, Α ψιλαγός
1. η αρχηγία τών ψιλών, δηλαδή τών ελαφρά οπλισμένων στρατευμάτων
2. στρατιωτικό σώμα, αποτελούμενο από 256 ψιλούς.