ψευδοχρυσόλιθος

From LSJ
Revision as of 10:25, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''' [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2 $3")

οὐ γὰρ συμφύεται τὰ πεπηγότα ὤσπερ τὰ ὑγρά (Aristotle, Meteorologica 348a.14) → since solid bodies/frozen drops cannot coalesce like liquid ones

Source

German (Pape)

[Seite 1395] ὁ, falscher, unächter Chrysolith, D. Sic. 2, 52.

Greek (Liddell-Scott)

ψευδοχρῡσόλῐθος: ὁ, ψευδὴς χρυστόλιθος, Διόδ. 2. 52· πρβλ. Saluas Solin. 769C.

Greek Monolingual

ὁ, Α
χρυσόλιθος που δεν είναι γνήσιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψευδ(ο)- + χρυσόλιθος.

Russian (Dvoretsky)

ψευδοχρῡσόλῐθος:лжехрисолит Diod.